Monday, December 31, 2007

ΚΑΛΑΝΤΑ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΕ ΚΑΛΙΚΑΝΤΖΑΡΟΥΣ...


Τέτοια βράδια φοβόμασταν να ψάλουμε τα κάλαντα στο χωριό.
Την παραμονή των Χριστουγέννων όλα πήγαιναν μια χαρά αλλά την παραμονή της πρωτοχρονιάς μας φοβέριζαν οι μεγάλοι.

Αυτοί μεταμφιεζόταν με ρούχα και στολές που δεν τους αναγνώριζες με τίποτα.
Τι ήταν εκείνο πάλι;
Γιατί άραγε το κάνανε... ποτέ δεν το έμαθα! Να ήταν άραγε οι λεγόμενοι καλικάντζαροι;
Είμαι σίγουρη πως το έχω ακούσει εις πολλάκις αλλά σήμερα δεν θυμάμαι γιατί μεταμφιέζονταν!

Και μας κάνανε εμάς τα μικρούλια ό,τι θέλανε οι κερατάδες.
Το κάνανε επίτηδες για να μας φοβερίσουν και να φύγουμε στα σπίτια μας για να μαζέψουν αυτοί τα λεφτά που, ούτως ή άλλως, τα είχαν οι χωρικοί για τα κάλαντα.
Το αν τα δίνανε στα μικρά ή στους μεγάλους τι τους ένοιαζε, αρκεί να πήγαιναν για τα κάλαντα!

Τις κερατούτσες θυμάμαι σαν το πιο συνηθισμένο τρατάρισμα όταν ψέλναμε στα σπίτια.

Από τότε έχω να τα φαω αυτά - δεν θυμάμαι καν την γεύση τους... θυμάμαι μόνο ότι δεν μου άρεζαν!

Στο επόμενο σκαλοπάτι έρχονταν οι καραμέλες μετά τα μανταρίνια και κάπου στο τέλος τα κέρματα.

Τι χαρά όταν γυρίζαμε σπίτι και μετρούσαμε τα κέρματα που είχαμε μαζέψει!
Τι ευτυχία, τι ανεμελιά... αλλά οι σκοτούρες σκοτούρες - άλλες τότε άλλες τώρα, τέλος πάντων...
Πόσο τα νοστάλγησα τώρα ξαφνικά!!!

Κανένα κέρμα αν δεν μας έδιναν οι άλλοι από τον Λάμπο πάντα θα το είχαμε!
Καλά, αυτόν τον αφήναμε τελευταίο.
Εκεί είχαμε σίγουρο το πενηντάλεπτο καμιά φορά και ολόκληρη δραχμή!
Πω... πω... πω ολόκληρη δραχμή!!!

Σπάνια συνέβαινε αλλά κάπου - κάπου το έκανε ο ωραίος εκείνος και γαλήνιος παππούλης, ο Λάμπος.
Νομίζω όταν μεγαλώσαμε λιγάκι άρχισε να μας δίνει ολόκληρη την δραχμή!

Τι απογοήτευση όταν μου έδιναν μήλα – από μικρό δεν μου άρεζαν αυτά τα φρούτα, ενώ τα μανταρίνια και τα πορτοκάλια τα δεχόμουν μια χαρά...
Όσο για τα φιρίκια θα προτιμούσα αυτά παρά οτιδήποτε άλλο.
Με κέρματα και φιρίκια μόνο αν επέστρεφα σπίτι θα ήμουν πανευτυχής....
Από τότε έχω να φαω από εκείνα τα νοστιμότατα φιρίκια και όσο και να τα ψάχνω δεν τα βρίσκω!

Ούτε στην Σουηδία ούτε στην Ελλάδα.

Monday, December 24, 2007

ΑΧ ΑΥΤΑ ΤΑ ΠΑΡΑΦΟΡΤΩΜΕΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΑ ΔΕΝΤΡΑ...


Προσπαθώ να θυμηθώ κάποια Χριστούγεννα στο χωριό, έστω δυσάρεστα, που μάλλον τέτοια θα υπάρχουν στην μνήμη.
Διότι ευχάριστες γιορτές δεν θυμάμαι να έχω κάνει ποτέ.

Θυμάμαι, ωστόσο, το χριστουγεννιάτικο δέντρο που στολίζαμε.
Μαζεύαμε χρωματιστά χαρτιά από καραμέλες που μας έδινε ο περιπτεράς, ο Πόλικας, συνήθως σαν αντάλλαγμα από αυγά διότι αυγά υπήρχαν σχεδόν πάντα - λεφτά ποτέ - και τα κρεμούσαμε στα κλαδιά του δέντρου.
Μη φανταστείτε, βέβαια, κανένα έλατο, ΧΑΧΑ!
Πού τέτοιες πολυτέλειες;

Ένα κλαδί από τα πεύκα ή τα κυπαρίσσια του σχολείου κόβαμε και προσπαθούσαμε να το κάνουμε να φαίνεται σαν χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Προσθέταμε και λίγο βαμβάκι για χιόνι και νάτο το δέντρο στημένο δίπλα στο παράθυρο να φαίνεται και έξω!
Το Πατηρέικο δέντρο!
Για όσους δεν ξέρουν Πατήρη λέγανε τον πατέρα μου και ποτέ δεν έχω καταλάβει γιατί τον φώναζαν έτσι.
Μόνο μπατήρης δεν ήταν ο άνθρωπος!
Και έμπορος υπήρξε και τσέλιγκας, με εκατοντάδες κεφάλια, υπήρξε επομένως τουλάχιστον τα γαλακτοκομικά υπήρχαν πάντα σε πληθώρα στο σπίτι μας!
Τόση πληθώρα που το γάλα, που και σαν πρωινό και σαν μεσημεριανό και σαν βραδινό το τρώγαμε, σιχαίνομαι να το πιω τώρα!
Άρα μπατήρης δεν ήταν... αλλά άλλο καπέλο αυτό!

Και σήμερα στολίζουμε τα δένδρα μας μέχρι σχεδόν να πέσουν από το βάρος!
Δεν είναι δέντρα αυτά που στολίζουμε σήμερα παρά ένα καρναβάλι!
Πολυκατάστημα θα το ‘λεγα αυτό στη φωτογραφία!

Ω ναι, ανησυχώ με την πληθώρα και με την υπερκατανάλωση που ασυνείδητα έχει καταντήσει τον άνθρωπο άπληστο και αχάριστο.
Και τον καταναλωτή και τον παραγωγό, και όλα έχουν γίνει κουλουβάχατα...

Αν ήταν να διαλέξω μεταξύ του δέντρου των παιδικών μου χρόνων και αυτού εδώ στην φωτογραφία θα διάλεγα εκείνο με του Πόλικα τα καραμελόχαρτα!
Εκείνο το μικρό, το χαριτωμένο και φτωχικό αλλά το γεμάτο σημασία και ανθρωπισμό!

Λιτές και αρμονικές γιορτές σας εύχομαι!
Το πολύ φαγητό κακό κάνει και καλό δεν κάνει παρά τις προπαγάνδες με τις οποίες μας παλάβωσαν παραγωγοί, βιομηχανίες και λοιποί!

Saturday, December 15, 2007

ΤΙΣ ΓΝΩΡΙΖΑ ΑΠΟ ΜΑΚΡΙΑ ΚΑΙ ΧΑΙΡΟΜΟΥΝ...


Στα αρνιά και στα πρόβατα να πήγαινα, για βοσκή.
Όχι, βέβαια, ευχαρίστως.
Τέλος πάντων συμβιβαζόμουν περισσότερο από το να πηγαίνω στα κατσίκια.
Αυτά τα φοβόμουν. Και με φόβιζαν και με νευρίαζαν αφάνταστα γιατί χώνονταν σε θάμνους και γκρεμούς που εμείς, τα μικρά, με τίποτα δεν μπορούσαμε να πάμε για να τα πάρουμε από εκεί.

Με τις ώρες χάνονταν και μας φόβιζαν... μη πάμε σπίτι με τα μισά κατσίκια και ποιος άντεχε μετά τον πατέρα μου!!!
Αχ, αυτά τα κατσίκια είναι το κάτι άλλο και όποιος έμαθε να τα βόσκει έχει αναβαθμίσει το CV του κατά πολύ..

Οι αγελάδες πάλι είναι άλλη ιστορία.
Όταν ξεκίνησα να βόσκω αγελάδες ήμουν πια μεγάλη κοπέλα.
Προμηθευόμουν τα τσιγάρα μου – πάνω από 18 ήμουν αφού στα 18-19 μου είχα μάθει να καπνίζω - ντυνόμουν καλά και ζεστά και, με τις γύρω στις 10 αγελάδες, έπιανα τις διάφορες περιοχές για βοσκή.
Ούτε φαγητό (το ιστορικό αζούχ) ήθελα να κουβαλώ για να μη με βαραίνει.

Πώς αντέχαμε όλη τη μέρα αναρωτιέμαι σήμερα! Πολλές φορές έχω σκεφτεί ότι έτσι και πέσει κατοχή εγώ δεν θα έχω πρόβλημα αφού κατά κάποιον τρόπο την έχω ζήσει και αυτήν!

Αλλά πάντα με τον φόβο μη πέσω σε κινδύνους...
Όταν από μακριά έβλεπα άλλα ζώα μ’ έπιανε ένα σφίξιμο στην κοιλιά.
Όχι, δεν χρειαζόταν ο "συνάδελφος" τσοπάνος να προβεί σε πράξη για να νοιώσω εγώ τον βιασμό – εμένα με αρκούσε να δω το λυσσασμένο, το πειναλέο του βλέμμα προς το κορμί μου!
Εγώ αυτό το αποκαλώ βιασμός και δεν πα να λενε ότι θέλουν οι άλλοι....

Μα μόνο όταν έβλεπα τις αγελάδες του Χρίσου (Χρίστου), που όλες μια - μια τις γνώριζα, δεν το ένοιωθα εκείνο το σφίξιμο!

Από μακριά όταν τις έβλεπα ένιωθα την ζεστασιά να ξεκινά από την κοιλιά και να κατεβαίνει στα πόδια και από εκεί σιγά – σιγά να ανεβαίνει μετά στο κεφάλι και ένα – ένα να ζεσταίνει όλα μου τα κομμάτια μέσα εκεί στον οργανισμό μου.
Μια ζεστασιά που ανακούφιζε το κορμί και την συνείδησή μου και γέμιζε όλη μου την ύπαρξη με χαρά, σιγουριά, ασφάλεια...
Να μην τον ευγνωμονείς μετά αυτόν τον άνθρωπο;

Κάθε φορά που τον βλέπω, τώρα, ανοίγω διάπλατα τα χέρια μου για να τον αγκαλιάσω δείχνοντας την ευγνωμοσύνη μου με την ίδια αγνότητα, ανθρωπιά και καθαρότητα που έδειχνε και αυτός τότε!!!

Στην φωτογραφία χορεύει ο Λεβέντης ο Χρίσος.
Δίπλα η γυναίκα του (Λισάφ) – Ελισάβετ, κόρη του Γαράταη. Άλλη λεβέντισσα αυτή!


Τους εύχομαι τα 6 ή 7 τους κορίτσια (πιο κατάλληλο δεν θα έβρισκε ο Θεός να δώσει κορίτσια) το ίδιο λεβέντικα να είναι!

Sunday, December 9, 2007

ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΕΧΟΥΜΕ;

Είπαν πως θα είχε γλέντι στο Καλοχώρι δυο εβδομάδες μετά το πανηγύρι μας!
Πολύ επιτυχία είχε το διήμερο γλέντι του πανηγυριού και πίστεψαν πως αν ξαναγινόταν 14 μέρες αργότερα θα είχε πάλι επιτυχία.
Έτυχε να ήμουν και Ελλάδα τότε, στην Θεσσαλονίκη, και ας πάμε, σκέφτηκα, μπας και θυμηθούμε τα νιάτα μας!

Μ’ είχε φαει και η πρεσβύτερη, νούμερο1 αδελφή μου, η Κερεκή, που τελευταία έχτισε σπίτι και μένει εκεί, στις ρίζες της!
«Έλα πουλίμ αδακές μίαν κιάλλο ας ελέπωσε» με παρακάλαγε και συνδύασα τα δυο μαζί και πήγα με την νούμερο 8 αδελφή μου, την Ναστασία.

Έβρεχε καρεκλοπόδαρα εκείνο το Σάββατο, ο κόσμος είχε ξοδέψει στο πανηγύρι, ε, τι περιμέναμε;
Το καφενείο ήταν άδειο - όχι ακριβώς άδειο αλλά ελάχιστοι είχαν μαζευτεί.

Καθώς φαίνεται, όμως, και με ελάχιστους γίνεται γλέντι.
Η ορχήστρα συντονισμένη, ο νταουλτζής στα τσαλίμια του, ο τραγουδιστής απ τα Κάτω Πορρόια, που όσο μαγκί τον άφησα πριν 30 + χρόνια άλλο τόσο μαγκί τον βρήκα τώρα, στο φόρτε του και οι λίγοι παρόντες Καλοχωρίτες στο κέφι τους!

Όλα καλά... μέχρι κι εγώ έριξα κάποιους χορούς που, Sorry πόντιοι, αλλά μόνο με ποντιακά εγώ δεν την βρίσκω!
Θέλω και τα ελληνικά μου θέλω και την ποικιλία μου!

«Καλά βρε μεγάλε, τόση μαγκιά διαθέτεις, ελληνικά δεν διαθέτεις στο ρεπερτόριό σου» ρώτησα στον τραγουδιστή που φάνηκε να καταχάρηκε που με είδε μετά από τόσα χρόνια...

«Τς» ήταν η απάντησή του!

Μάλιστα! Κάργα πόντιος αυτός! Ποντιάρας!
Πάντως, υλικό με φωτογραφίες, έστω γι αυτό το ποστ, έχω πάρει!


Φωτογραφία 1 - ο Χάμπος (Χαράλαμπος) τη Ζεγκλίλια, η Ναστασία τη Πατήρη (νούμερο 8 αδελφή μου), ο Τίγκης (Αναστάσης) τη Χάτσονος.
Τον τελευταίο, καθώς και τα πρώτα μικρά, δεν τους γνωρίζω - ίσως είναι από άλλο χωριό!
Και, φυσικά, ο τραγουδιστής Ιακωβίδης Ευθήμης, έτσι νομίζω λέγεται.

Φωτογραφία 2 - ο νταουλτζής μ’ ένα από τα απλά του τσαλίμια - τα τολμηρά του δεν προλάβαινα να τα φωτογραφίσω.
Αυτός που χορεύει είναι ο Χρίσος (Χρίστος) τη Κανής.
Είναι ο άνθρωπος στον οποίο τρέφω έναν ιδιαίτερο σεβασμό.
Προσεχώς θα του αφιερώσω ένα ολόκληρο ποστ!

Saturday, December 1, 2007

ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΑ ΣΑΣ ΠΩ....


...που μου την διηγήθηκε η Κερεκή από το Göteborg της Σουηδίας (φωτογραφία) όταν είχε έρθει στην Στοκχόλμη για έναν διαγωνισμό στην διήγηση παραμυθιού!
Αυτή η Κερεκή την είχε ακούσει την ιστορία από την γιαγιά της, την Κερεκή Χριστοφορίδου, την γειτόνισσά μου στο Καλοχώρι.
25 είναι τα βήματα μεταξύ των σπιτιών μας, τα μέτρησα τώρα που ήμουν στο χωριό.

Όταν, λεει, οι παλαιοί μας ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στο Καλοχώρι Σερρών - από άλλες διηγήσεις ξέρουμε ότι τότε από τα παραθαλάσσια μέρη της Κατερίνης είχαν έρθει, εκεί όπου αρχικά σαν πρόσφυγες, τότε, από την μικρά Ασία τους εγκατέστησαν αλλά αυτοί, οι δικοί μας, από θάλασσες και τέτοια δεν γνώριζαν και ζήτησαν βουνίσια μέρη, εξ ου και η εγκατάστασή τους στα άγονα και φτωχά μέρη όπου κι εγώ είχα την ατυχία να γεννηθώ – και αφού είχαν χτίσει τα σπίτια τους κλπ., ήρθε η ώρα να σκεφτούν και για την εκκλησία του χωριού.

Παπάς υπήρχε ήδη αλλά το πρόβλημα ήταν στο σε ποιο από τα τρία σημεία, που οι άντρες του χωριού είχαν επιλέξει, θα χτιζόταν η εκκλησία.

Η γιαγιά Κερεκή, κοινώς Λαμπίνα, που τότε ήταν και νέα και ωραία αλλά πάνω απ όλα ήταν και έξυπνη, είχε δει τότε ένα όνειρο στο οποίο το σενάριο είχε ως εξής:

Ένα φέρετρο με το πτώμα ενός μεγάλου, του Δεσπότη, ας πούμε, ήταν μέσα σε μια εκκλησία (στο μέρος όπου σήμερα βρίσκεται η εκκλησία του χωριού μας).
Το φέρετρο αυτό το βραδάκι το μετακινούσαν οι χωρικοί, οι άντρες, σ’ ένα από τα άλλα τρία μέρη που διεκδικούνταν να χτιστεί η εκκλησία.
Μα το πρωί βρίσκανε το φέρετρο στο αρχικό σημείο, εκεί που είναι η εκκλησία σήμερα.
Το γεγονός αυτό συνέβη τρεις φορές.... στο όνειρο.

Η γιαγιά Κερεκή είχε τότε φιλενάδα την παπαδιά του χωριού και, επόμενο ήταν, να το διηγηθεί σ’ αυτήν μ’ εκείνο το ωραίο, το εκφραστικό και το περιγραφικό της στυλ.
(Να μην έχει να μοιάσει η μικρή Κερεκή από το Göteborg;)
Επόμενο ήταν, επίσης, η παπαδιά να το πει στον άντρα της, τον παπά, και βλέπει η Κερεκή τον παπά μιαν ωραία πρωία στην πόρτα της.

«Κέρεκη έναν καλό όνειρο έξα ότι είδες, για πέατο και σεμέν...» της είπε αυτός και η Κερεκή, δεν γνωρίζω αν εσκεμμένα, πάντως του απάντησε διπλωματικά ως εξής: «Εμείς οι γαρήδες, Πάτερ, τρανά είναι τα μαλία μουνε αμα κοντά είναι τα μυαλά μουνε... ασ’ εμέν πα ντο αραέφς....»
Εμείς οι γυναίκες έχουμε μεν μακριά μαλλιά αλλά έχουμε και κοντά μυαλά... τι άραγε ψάχνεις από μένα!

Του άρεσε, βέβαια, το όνειρο, του Παπά, κι έτσι χτίστηκε η εκκλησία εκεί όπου βρίσκεται σήμερα, 15 βήματα από το σπίτι μου. (και 10 από της Κερεκής!!!)

Και για το όνομα «Αϊ Δημήτρης» ειπώθηκε κάτι, που μάλιστα το διασταύρωσα και με την μια κόρη της Κερεκής, την Μελπού, λυπάμαι, όμως, που δεν το θυμάμαι.... άλλη φορά ίσως το γράψω κι αυτό.

Αυτό, λοιπόν, είναι το παραμύθι για την εκκλησία μας που τώρα την βρήκα ανανεωμένη και το εξωτερικό της χτισμένο με πέτρες (φωτογραφία).

Καλά να είναι η μικρή Κερεκή από το Göteborg που μου έδωσε το έναυσμα να γράψω αυτό εδώ το αφιέρωμα στην εκκλησία μας.

Thursday, October 25, 2007

ΗΡΘΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΜΑΣ!


Έφτασε κιόλας το πανηγύρι μας. Ο Αη Δημήτρης γιορτάζει κι εγώ δεν έχω εμπνευστεί τι να γράψω!
Νόμισα πως είχα ακόμα καιρό και δεν έχω ετοιμαστεί.
Μα πώς περνάνε έτσι οι μέρες... κρίμα που για πέντε μέρες το χάνω - στις πρώτη Νοεμβρίου θα κατέβω Ελλάδα εγώ!

Έχω να παρευρεθώ στο πανηγύρι μας 20 χρόνια.
Την τελευταία φορά που ήμουν εκεί ήμουν καθοδόν για την Αμερική.
Έφυγα από Σουηδία, έμεινα στην Ελλάδα περίπου τρεις μήνες και μετά συνέχισα για την Αμερική. Κι έτυχα τότε στο πανηγύρι μας.
Τι θυμάμαι από εκείνο το πανηγύρι; Δεν θυμάμαι και πολλά.
Χάρηκα που εκείνο το βράδυ είχα δει την Νίτσα της Φανής που είχα πάρα πολύ καιρό να δω. Αυτό το θυμάμαι.

Την είδα στον χορό, στο καφενείο του χωριού το οποίο τυγχάνει να είναι και του αδελφού μου (νούμερο 7 από Γερμανία) αλλά τέτοια μέρα το ενοικιάζουν διάφοροι για να κονομήσουν κάνα φράγκο. Με πλαστικά πιάτα, ποτήρια και μαχαιροπίρουνα, με ξεροψημένες μπριζόλες και στεγνή σαλάτα βγάζουν κι αυτοί κάνα φράγκο!

Η μάνα μου είχε μείνει στο σπίτι να προσέχει τα παιδιά μου, μικρά αυτά τότε, 5 και 3 ετών.
«Δέβα γιάβρουμ εσύ και χόρεψω», μου είχε πει και θυσίασε τον δικό της χαβαλέ. Πολύ της άρεζε να βλέπει τον κόσμο να χορεύει και να διασκεδάζει.
Η διασκέδαση των άλλων ήταν και δική της κι όμως την βραδιά εκείνη, την μοναδική διασκέδαση στο χωριό, την χαλάλισε για μένα.

Άλλα πράγματα δεν θυμάμαι.

Από τα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι τις προσευχές μας ο καιρός να είναι ανάλογος με τα ρούχα που είχαμε. Είχαμε κοντομάνικα θέλαμε να φωτίζει ο ήλιος. Είχαμε κάνα παλτό, που καμιά φορά αδέλφια από την Γερμανία μας στέλνανε, παρακαλούσαμε να κάνει κρύο.
Αν μας «άκουγε ο Θεός» δεν το θυμάμαι.

Friday, October 12, 2007

ΤΟ ΜΠΡΟΣ, ΤΟ ΠΙΣΩ ΚΑΙ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ!


Αυτή ήταν η εικόνα του πατρικού μου σπιτιού πριν περίπου δέκα - είκοσι χρόνια.
Το σπίτι αυτό εγώ ποτέ δεν το έχω δει νέο - καινούργιο. Έτσι σε καλή και αξιοπρεπή κατάσταση, που λεμε.

Στο ΜΠΡΟΣ με την μάννα μου και με τα μικρά μου, τότε, παιδάκια.
ΤΟ ΠΙΣΩ μέρος με τα σπασμένα κάγκελα – στη φάση αυτή το σπίτι ήταν, φυσικά, ακατοίκητο.
(Την φωτογραφία αυτή την έβγαλε η όμορφη χωριανή μου Αγγελική που τότε έμενε στο Boston της Αμερικής και ήταν με διακοπές στο χωριό. Μου την έχει στείλει με μια συγκινητική αφιέρωση που δυστυχώς τώρα δεν την θυμάμαι)




Το σπίτι, λοιπόν, αυτό σήμερα είναι κατεδαφισμένο!
«Εκατό άτομα είστε ένας σας δεν μπορεί να το γκρεμίσει μη πέσει και σκοτώσει κανέναν περαστικό» έκαναν τις αλλεπάλληλες παρατηρήσεις τους οι υπεύθυνες Υπηρεσίες και πάτησε ο Χρίστος (το νούμερο 7 αδελφός) και το γκρέμισε. Σήμερα είναι περίπου όπως στο νούμερο 3 φωτογραφία.

Κι όμως, στο άθλιο αυτό σπίτι γεννήθηκαν και μεγάλωσαν 13 Έλληνες Πολίτες.
Ε, στραβά κουτσά μεγάλωσαν και σκόρπισαν μετά σε διάφορες γωνιές του κόσμου. Να έκαναν τι στα πάτρια εδάφη που στα χωράφια της αντί για γεωργικά προϊόντα φύτρωναν πέτρες και βράχια!

Αφότου, λοιπόν, οι 7 άντρες πολίτες, που γαλουχήθηκαν στα ερείπια αυτά, υπηρέτησαν πρώτα την μάνα ΕΛΛΑΔΑ έριξαν την μαύρη πέτρα και τράβηξαν για ένα σίγουρο μέλλον στην Γερμανία και στην Σουηδία.

Την μαύρη πέτρα την έριξαν και τα 6 θηλυκά του σπιτιού, που όλως παραδόξως γεννήθηκαν μετά τα αρσενικά.

Ένα ακόμα από τα κοινά χαρακτηριστικά αυτών των δεκατριών αδελφών, και των αρσενικών και των θηλυκών, είναι ότι όλοι άφησαν την άθλια κατάσταση του χωριού, αλλά και του σπιτιού, με θυμούς και βρισιές από τον πατέρα. Διότι όσο στα χωράφια φύτρωναν πέτρες τόσο αυτός επέμενε να κρατά τα παιδιά του εκεί για να τα καλλιεργούν...

Αυτά, κι άλλα πολλά, από το Καλοχώρι Σερρών και από την οικογένεια Μελετλίδη τις δεκαετίες του 60 και 70!






Friday, October 5, 2007

«ΑΣ ΠΕΡΟΥΜΕ ΜΙΑΝ ΕΝΑ ΣΟΥΛΟΥΧ»


«Ας κάτσουμε πρώτα λίγο να πάρουμε μια ανάσα», έλεγε η μάνα μου όταν φτάναμε σ’ αυτό εδώ το σημείο.
Τότε, βέβαια, δεν υπήρχε αυτή η όμορφη βρυσούλα αλλά το πλατάνι σταθερό, εκεί, από τότε που γνωρίζω τον εαυτό μου!

Το μέρος αυτό είναι 50 περίπου μέτρα έξω από την εκκλησία, και δίπλα από το σχολείο, πηγαίνοντας για το χωριό Καστανούσσα.
Δηλαδή δίπλα στο ποτάμι και στο Τ, όπως το αποκαλώ και στο βιβλίο μου.
Εκεί, δηλαδή, από όπου ξεκινά και ο δρόμος προς την στάση του τρένου για να συνεχίσει μετά για το χωριό Ανατολή.

Ένα όνειρο που είχα δει πριν μερικά χρόνια διαδραματίζονταν σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, το Τ, αλλά πριν διηγηθώ το όνειρό μου ας πω της μάνας μου το «ας πέρουμε μιαν ένα σουλούχ».

Για τραπέζι δε θυμάμαι αλλά ένα παγκάκι νομίζω υπήρχε και τον καιρό εκείνο κάτω από το πλατάνι αυτό και πάνω σ’ εκείνο ήθελε η μάνα μου να κάτσουμε να ξεκουραστούμε.
Αυτο συνέβαινε επιστρέφοντας για το σπίτι από τις πολλές και διάφορες δουλειές που κάναμε στα χωράφια... κυρίως, όμως, όταν επιστρέφαμε από το μάζεμα των «τσατσιών» = ξερά κλαδιά και χαμόκλαδα για προσάναμμα!

Σαν να μην είχαμε άλλες δουλειές είχαμε και τέτοια μαζέματα και κουβαλήματα, κατάλαβες;
Ε, να μην κουραζόταν και η μάνα μου και ο καθένας που κουβαλούσε τέτοια.
Μήπως κι εγώ δεν κουραζόμουν και παρά το γεγονός ότι το σπίτι μας βρίσκεται άλλα 70-80 μέτρα από αυτό το σημείο χρειάζονταν η μάνα μου πρώτα να ξεκουραστεί!


Το Όνειρο που δεν ξέρω πόσες φορές το είδα, πάντως πάνω από μια φορά, και που έχει καιρό να το δω:

Τρέχω επειδή κάποιοι με κυνηγούν. Τρέχω αλλά κάπου ξέρω ότι δεν γλιτώνω διότι αυτοί που με κυνηγούν όπου να ‘ναι με φτάνουν…
Το κυνηγητό γίνεται από το χωριό προς το ποτάμι και καθώς φαίνεται πρόκειται για πολύ άγριους που με κυνηγούν αλλά δεν γνωρίζω τον λόγο του κυνηγιού!

Σε κάποια στιγμή, και ακριβώς σ’ αυτό το σημείο του Τ, παίρνω την μεγάλη απόφαση και παρά τον κίνδυνο σταματώ, χτυπώ με δύναμη τα χέρια στους μηρούς μου, μια-δυο-τρις φορές και αρχίζει το κορμί μου να ανεβαίνει…να ανεβαίνει και χτυπώντας ακόμα πιο δυνατά ανεβαίνω πιο ψηλά!


Με τον φόβο μην πιάσουν τα πόδια μου από κάτω οι άλλοι, αφού μ’ έχουν ήδη πλησιάσει, προσπαθώ να ανέβω όσο πιο ψηλά και όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Τους γλιτώνω στην τρίχα και σαν φτάσω στις κορυφές των πλατανιών, και τις περάσω, ξαπλώνω το κορμί μου οριζόντια και αρχίζω πια να πετώ κανονικά και να τους βλέπω από πάνω και να γελώ επειδή κατάφερα να τους ξεφύγω! !!

Αν υπάρχει κανένας καλός ονειροκριτής να μου εξηγήσει το όνειρο ας στείλει mail στο: sumelaki@hotmail.com

Tuesday, September 25, 2007

Πω πω πωωωω πλησιάζει το πανηγύρι μας!



Στις 26 Οκτωβρίου, του Αγίου Δημητρίου, γιορτάζουμε στο Καλοχώρι Σερρών!!!

«Να σαν εμάς», θα έλεγε τώρα η μάνα μου που στην κυριολεξία σημαίνει ποιος την χάρη μας αλλά αυτή πάντα το έλεγε σε στιλ: σιγά το πράμα!
Και τι έγινε, δηλαδή, αφού σε κάθε πανηγύρι ή φουστάνι δεν θα είχαν τα μωρά της ή παπούτσια ή θα έλειπαν τα λάδια τα μακαρόνια κλπ...

Το λάδι ήταν η αδυναμία της μάνας μου, όταν το είχε το χρησιμοποιούσε πληθωρικά και, φυσικά, πάντα τελείωνε πριν την ώρα του και πάντα έλειπε από την κουζίνα και άντε πάλι από την αρχή φώναζε τον άντρα της να φέρει λάδ!
«Νέπε φέρε λαδ = βρε φέρε λάδι», του έλεγε μονίμως, θυμάμαι!
«Νέτσι αφορησμέντσα ακομάν οψεκές έγκα = βρε χαμένη (αφορισμένη) ακόμα προχθές έφερα» απαντούσε μονίμως αυτός!


Πρότυπο ζευγαριού ε; Να, τέτοια ζευγάρια να έχεις σαν πρότυπα για να προκόψεις αργότερα κι εσύ σαν ζευγάρι...


Νέπε τον φώναζε αυτή Νέτση την φώναζε αυτός!
Τα ονόματα Ιορδάνης και Πολυξένη ήταν μόνο για τα χαρτιά!

Και προσέξατε; Ο άντρας, παρακαλώ, κρατούσε το budget και της κουζίνας κάτι που πολύ το λαχταρούσε η άμοιρη η μάνα μου και το έδειχνε αργότερα όταν μας έβλεπε να έχουμε εμείς το κουμάντο και το ταμείο στις δικές μας οικογένειες... «αίκα πα κ’ επείκα και αχά τεμόν την τύχη» έλεγε παραπονεμένη... άσε, δεν θα το μεταφράσω γιατί πονάει πολύ!
Τι μου ‘ρθε τώρα και γράφω γι αυτούς; Για το πανηγύρι είχα σκεφτεί να γράψω!

Θα γράψω για το πανηγύρι άλλη φορά γιατί το κεφάλι μου τώρα βάραινε και λεω να αναπαυτώ.
Άλλωστε, ακόμα έχουμε καιρό γι’ αυτό

Sunday, June 17, 2007

Ο καλός ο μύλος όλα τ’ αλέθει...


... καθώς και ο ιδιοκτήτης του, αν σαν παράδειγμα πάρουμε τον ιδιοκτήτη αυτού εδώ του μύλου, της χαμελέτες, που λέγαμε...

Στα παλιά καλά χρόνια υπήρχε εδώ, σχεδόν κατοικούσε, ένας ιδιοκτήτης, ένας παππούλης που ταυτόχρονα με τη δουλειά του, να αλέθει των χωρικών τα σιτάρια και καλαμπόκια, δεν άφηνε βυζί για βυζί απαρατήρητο και αμελέτητο.

Τα τακτοποίησε όλα τόσο καλά - αφού και πηγή, με κρυστάλλινο κρύο νερό να τρέχει διαρκώς, είχε μεριμνήσει να φτιάξει μπροστά στον μύλο του.
Εκεί έστηνε το καρτέρι του, ο παππούλης, πότε θα φτάσουν τα κοριτσόπουλα να γεμίσουν τις στάνες και τους κουβάδες τους με το νερό του!
Και σκύβοντας αυτά για να γεμίσουν - επίτηδες να έφτιαξε την κάνουλα τόσο χαμηλά; έβρισκε αυτός την ευκαιρία να μελετά όλα τα μέρη των νεανικών μας κορμιών!
Και των έμπροσθεν και των όπισθεν...

Τον φοβόντουσαν πολλά κοριτσάκια, άκουσα σαν μεγάλη να λενε, αλλά εγώ δε θυμάμαι να του έκανα την χάρη να τον φοβάμαι κιόλας!
Δε φτάνει που του κάναμε την χάρη βλέποντάς μας να «την βρίσκει», ποιος ξέρει πώς, θα του κάναμε και την χάρη να τον φοβόμασταν;
Ε, όχι δα!

Απεναντίας πλησιάζοντας προς την πηγή του, εγώ, πατούσα γερά τα πόδια μου, θυμάμαι, από μακριά να του στείλω το σινιάλο: κοίτα παλιόγερε και γερο-παλιο-καυλιάρη ΕΓΩ έρχομαι τώρα και αλίμονό σου αν δω το λυσσιάρικο το βλέμμα σου πάνω στο άσπιλό μου κορμάκι...!

Όχι, δεν είχαμε κανένα περιστατικό, τουλάχιστον όχι εγώ, για άλλες δε βάζω το χέρι μου στην φωτιά...
Έπρεπε, όμως, να μας αγγίξει για να θεωρηθεί περιστατικό;
Το γουρλωμένο και λυσσασμένο του βλέμμα, προς εμάς τα μικρά και απροστάτευτα, δεν είναι ήδη περιστατικό;

Sunday, June 10, 2007

Η ΤΑΝ Η ΕΠΙ ΤΑΣ!!!


Και μια φωτογραφία από τον καιρό που φασίστες και εκκλησία ήταν πολύ στενά δεμένοι, πολύ πιο στενά από ότι σήμερα, κώλος και βρακί που λενε.

Και τρυπώ την μύτη μου αν η φωτογραφία αυτή δεν είναι βγαλμένη την ίδια μέρα που στήσαμε την σκηνή, εμείς οι τρεις τελευταίες αδελφές, οι τρεις Χάριτες δηλαδή, και ο πατέρας μου.
Ο λόγος; Την προηγούμενη νύχτα είχαμε πάει σε πάρτι. Και σαν να μην έφτανε αυτό καπνίσαμε κιόλας, οι προκομμένες, θέλοντας να κάνουμε εντύπωση στους 3-4 νέους του χωριού, μεταξύ αυτών και στον μορφονιό και παπά γιο, Σταμάτη, τον οργανωτή εκείνης της μοντέρνας και νεοφερμένης στα χωριά μας αμερικάνικης δραστηριότητας!

Και ποιος μωρέ πρόλαβε και μας πρόδωσε στον πατέρα μου και είχε γίνει το «έλα να δεις» την ώρα ακριβώς που από τον δρόμο περνούσε αυτός ο Δεσπότης, με όλο του το επιτελείο, για να παν στην εκκλησιά!

Ένα πρόσωπο που αναγνώρισα στην φωτογραφία είχε γράψει ιστορία στο χωριό "καρφώνοντας" αυτούς που δεν πήγαιναν με τα νερά τους!

Όταν εξ αιτίας του οικογενειακό μου άτομο παρουσιάστηκε στο στρατιωτικό κρατητήριο, στην Ροδόπολη, με την κατηγορία ότι εξεφώνησε το «Η ΤΑΝ Η ΕΠΙ ΤΑΣ» το άτομο αυτό με ανοιχτό το στόμα είπε: ατό πα ντο εν = Τι είναι αυτό;

Πού να ήξερε τι σημαίνει το «ή ταν ή επί τας», και γιατί να το είχε πει, και σε ποιον να το είχε πει, και γιατί να είχε κατηγορηθεί σε περίπτωση που το είχε πει.. πολλά ερωτηματικά που ποτέ δεν απαντήθηκαν!

Τότε κόβανε και ράβανε οι εξουσιΑρχηδες, όχι πως και τώρα δεν γίνεται το ίδιο αλλά τα πράματα τώρα είναι πιο ανθρώπινα και δίκαια, θέλω να πιστεύω!


-------------------------------------

Χθες καθόμουν και σκεφτόμουν γιατί και για ποιόν έχω ξεκινήσει αυτό το blog αφού άτομα της ηλικίας μας, διότι αυτούς γνωρίζω και σ’ αυτούς περισσότερο αναφέρομαι, δεν έχουν ιδέα από τεχνολογία και ιντερνετ!
Όπως παλιά οι παλαιοί αναρωτιόντουσαν «πάρτι πα ντο εν = τι είναι πάρτι» σήμερα οι συνομήλικοί μου αναρωτιούνται «ιντερνετ πα ντο εν = τι είναι ιντερνετ», κάπως έτσι...
Επομένως λίγοι είναι οι καλοχωρίτες που παίρνουν μέρος σ’ αυτό το καλοχωρίτικο μάζεμα, εδώ, και αυτό επειδή ζουν στο εξωτερικό και είχαν την πολυτέλεια να μάθουν την τεχνολογία... και πάνω απ’ όλα να μάθουν ότι η ηλικία δεν παίζει κανέναν ρόλο!

Εμείς, όμως, εκεί. Συνεχίζουμε!

Monday, June 4, 2007

Τι με ένοιαζε τότε το Ηρώο;


Χάρηκα ιδιαίτερα όταν η Πολυξένη, η κόρη της Δέσπως (νούμερο 10 αδελφής της οικογένειας μου) μου έστειλε αυτή την φωτογραφία!
Θυμήθηκα αυτό που συνηθίζω να λεω σε αυτούς που αναρωτιούνται κάθε πότε πηγαίνω στο Καλοχώρι «ε, τώρα πια μόνο σε κηδείες και μνημόσυνά μας παω...!»
Διότι η πρώτη στάση γίνεται εδώ, στην εκκλησία μας, στην εκκλησιά του Αγίου Δημητρίου που κάθε 26 Οκτωβρίου, στο πανηγύρι της, έκανα την προσωπική μου παράκληση στο Θεό να κάνει ανάλογα με τα ρούχα μου καιρό!

Δε θα μείνω, ωστόσο, σε κηδείες και μνημόσυνα διότι η επόμενη φωτογραφία, σταλμένη από την Νέα Υόρκη, ΑΧ αυτή και τι δε μου θύμισε...


Εδώ στο Ηρώο κορίτσια και αγόρια, αυτά τα ελάχιστα που υπήρχαν - το έχω ξαναπεί αυτό - έκαναν ότι ήταν δυνατό να νοιώσουν νέοι και ταυτόχρονα και ένα μέρος της κοινωνίας!

Εδώ στο Ηρώο, τι μας ένοιαζε τότε ο πραγματικός λόγος της ύπαρξης αυτού του έργου, τα κατατιθέμενα στεφάνια πάνω του κλπ., εμείς εδώ δείχναμε τα κάλλη και τα νιάτα μας!

Ας μη πω, όμως, "εμείς" κι ας αναφερθώ στο "εγώ" διότι κανείς δεν ξέρει ο καθένας πώς βιώνει τις καταστάσεις άσχετα αν τις βιώνουμε μαζί.

Εγώ, πάντως, τις βίωνα με όλο το μεγαλείο και την σημασία τους και το Ηρώο, και όλη η αυλή του σχολείου και της εκκλησίας (πάντα μαζί πανε αυτά στην Ελλάδα) για μένα ήταν η πασαρέλα όπου έδειχνα την κορμοστασιά και τα νιάτα μου.
Πάντα, όμως, με μια σιωπηλή συμφωνία με τους υπόλοιπους όποιος δει τον πατέρα μου πρώτος να ρίξει τα σινιάλα του για να κρυφτούμε - συνήθως ήμασταν κάνα δυο τρεις αδελφές μαζί!

Και αυτός εκεί, μωρέ, να μη μας άφηνε να χαρούμε λιγάκι!!!
Ή στα αρνιά να μας στείλει ή σε κανένα χωράφι για να κόψουμε τα τσιτσάκε (λουλούδια) του καπνού για να αναπτυχθεί καλύτερα ο κορμός και τα φύλα του...
Μη μας έβλεπε, μωρέ, ήρεμους αυτός ο άνθρωπος.
Ήθελε πάντα να ήμασταν αλερτ, στην τσίτα, στην κίνηση, στη δουλειά!
Εύκολο είναι μετά να είσαι εσύ ήρεμος, άνετος και δίχως στρες;

Tuesday, May 29, 2007

Ιερό κειμήλιο αυτό!


Η δεύτερη φωτογραφία που έστειλε η Ιωάννα, από την Αστόρια της Νέας Υόρκης, είναι ένα ιερό κειμήλιο...

Ακόμα και τα ονόματα θυμάμαι! Κάποιους από αυτούς τους βλέπω ή περιστασιακά τους έχω δει μα πολλοί παραμένουν στο άγνωστο σκοτάδι.

Ωστόσο θα προσπαθήσω να αναφέρω τα ονόματα όσων θυμάμαι.

Α, πριν αρχίσω ας πω ότι στον κόκκινο κύκλο είμαι εγώ και στον μπλε η Ιωάννα.

Επειδή οι σειρές στην Ελλάδα είναι σαν βρασμένα μακαρόνια ας αρχίσω από τον δάσκαλο, Γκιουζέλη, που ξεκουράζει το χέρι του πάνω στο μαγκί τον Λεωνίδα του Παναστάτη (αυτόν δεν νομίζω να τον έχω δει έκτοτε)

Πάμε δίπλα στην Φωτεινή, της Σοφίας και του Χάμπου που είναι συγγενής μου και κάπου - κάπου την βλέπω (στο βιβλίο μου έχω γράψει γι αυτήν)

Δίπλα της η Μαγδαληνή του περιπτερά, Πόλικα, του οποίου το άπληστο βλέμμα δεν έφευγε από τα κορμιά των κοριτσιών... (Η Μαγάλα, όπως την λέγαμε, μου έδινε καραμέλες όταν της διηγούμουν κάποια ευχάριστη ιστορία... να ‘σαι καλά βρε Μαγάλα)

Δίπλα σ’ αυτήν είναι το καρδιακό μου φιλαράκι, η Γεωργία του Γούρτσαλη (σε περασμένο κείμενο έγραψα γι αυτήν και πολλά ακόμα θα γράψω)
Μπροστά της ο Λάκης του Κουήν, άκου παρατσούκλια βρε....

Η δίπλα, είπαμε, είναι η Ιωάννα με την Μπούλα του Καλέμ μπροστά της και δίπλα στην Μπούλα η αδελφή μου Φρειδερίκη (ως 12έκατο παιδί της οικογένειας είναι και βαφτισιμιό της τότε βασίλισσας της Ελλάδας!)

Μετά είναι η αφεντομουντζούνα μου, που έλεγε και ο συχωρεμένος ο Καζαντζίδης, με κάποιο παιδί από την οικογένεια της Θεώνης μπροστά μου μα δεν θυμάμαι το όνομά του και θαρρώ πως ζει στην νότια Σουηδία.

Για να μην αδικήσω τα μικράκια θα συνεχίσω με την πρώτη σειρά όπου έχουμε την Ερμιόνη του Κουήν και αδελφή του Λάκη (αυτήν την έχω δει πολλές φορές – ήμασταν και συγκάτοικοι όταν πηγαίναμε στο γυμνάσιο στα Κ. Πορρόια
Δίπλα της η Νόπη του Κουλτούρ που μένει στην Στοκχόλμη και κάπου – κάπου βλεπόμαστε.
Και τελευταία, η μελαμψούλα, υποψιάζομαι πως είναι Η Φιφή, η κόρη της αδελφής μου Κερεκής (του νούμερου 1 της οικογένειάς μου)

Ας αρχίσω τώρα από πίσω από την Φιφή όπου η Νίκη του Βάννη ποζάρει χαριτωμένα ανίδεη πως ο άντρας που σε λίγο θα παντρευόταν θα πέθαινε λίγο μόνο καιρό μετά τον γάμο τους....

Δίπλα στην Νίκη και λίγο πιο δεξιά είναι ο Παύλος Νικολαίδης, του Τίγκη, του οποίου η μάννα έφυγε από καρκίνο μαστού (πρόσφατα άκουσα ότι ασκεί καθήκοντα υψηλά ιστάμενου στο αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης)

Μπροστά στον Παύλο υπάρχουν ένα κορίτσι κι ένα αγόρι το οποίο αγνοώ τελείως αλλά μου θυμίζει οικογένεια Θεώνης και αυτό.
Το κορίτσι, όμως, που είναι και δίπλα μου, λέγεται Ευθυμία μα την αποκαλούσαμε Αλίκη Βουγιουκλάκη! Γιατί άραγε; Να ήθελε να γίνει ηθοποιός;
Το μοναδικό κοριτσάκι ήταν που ονειρευόταν κάτι τέτοιο;

Δίπλα σε μένα από την δεξιά πλευρά, όπως έχουμε την φωτογραφία φάτσα, είναι θαρρώ ένα αγόρι από την οικογένεια του Αλεπού, άκου κι άλλο παρατσούκλι... (η οικογένεια αυτή είχε φύγει για την Αμερική και έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη τους – δεν τους ξαναείδα εννοώ και αν θυμάμαι καλά είχε και μια αδελφούλα με το όνομα Αλεξάνδρα)

Ανάμεσα σε μένα και στην Ιωάννα υπάρχει ένα αγοράκι που δεν μου θυμίζει τίποτα.

Πάμε παρακάτω....το κοριτσάκι δεξιά από στην Ιωάννα δεν μου θυμίζει επίσης τίποτα...αλλά πίσω από αυτό το κοριτσάκι και κρυμμένος από τα μαλλιά της φιλενάδας μου, Γεωργίας, φαίνεται λιγάκι ο Γιώργος του Ηλία Μελετλίδη, και συγγενή μου, που επί πολλά χρόνια τέλεσε σαν όργανο της αστυνομίας.

Δεξιά από την Γεωργία είναι ο Χάμπος της οικογένειας Σσέρας - άλλο παρατσούκλι κι αυτό - αδελφός της «Αλίκης Βουγιουκλάκης», που παλιά όταν ζούσε εδώ, στην Στοκχόλμη, από καμιά φορά τον έβλεπα.

Πίσω από αυτόν κι από την Μαγδαληνή είναι μάλλον ο Δανιήλ του Χαντσάρ, του φόβου και του τρόμου μου όταν έβοσκα αρνιά, πρόβατα και αγελάδες και αυτά κάνανε ζημιές σε άλλων χωράφια - ο αγροφύλακας του χωριού αυτός, ήτοι.

Τον τύπο δίπλα στην Δανιήλ δεν τον γνωρίζω ούτε και μου θυμίζει κάποια οικογένεια στο χωριό.
Ανάμεσα στην Φωτεινή και στον Λεωνίδα, επιστρέψαμε στον δάσκαλο και στον Λεωνίδα, είναι ένας συγγενής μου μα δεν τον θυμάμαι καλά...

Νομίζω πως τους ανάφερα όλους κι αν έκανα λάθος διορθώστε με...

Η δε φωτογραφία είναι βγαλμένη στο βουνό Κρούσια, σε μια από τις εξορμήσεις που κάναμε σ’ ένα ηρώο εκεί όπου παρακαλούσαμε τον Θεό να βρέξει...
Παράκληση λέγονταν αυτές οι εξορμήσεις;

(Το χωριό που φένεται πίσω είναι η Καστανούσσα κι όχι το Καλοχώρι!)

Saturday, May 26, 2007

Θυμόσαστε τον Αλέκο και τον Φανούρη;


Ήρθαν κάποιες φωτογραφίες ακόμα από την νοσταλγό του Καλοχωρίου, και κάτοικο Νέας Υόρκης, Ιωάννα, και, τι δε μου θύμισαν....

Μια από αυτές είναι αυτή που βλέπετε και που σίγουρα δεν καταλαβαίνετε!
Ούτε εγώ την κατάλαβα αλλά σύμφωνα με την Ιωάννα είναι από κάποια εκστρατεία όπου φυτεύαμε πεύκα δίπλα στο σχολείο!

Από μια παρόμοια εκστρατεία όπου θα χτίζαμε το μαγειρείο του σχολείου μας έχω μια δυνατή ανάμνηση και αυτή μου ‘ρθε στο μυαλό μόλις είδα την φωτογραφία.

Η παιδική μου φίλη ήταν η Γεωργία Σαρηγιαννίδου του Γούρτσαλη, που λεμε...
Ήμασταν πολύ μα πάρα πολύ κολλητές μέχρι που αυτή παντρεύτηκε και έφυγε από το χωριό και έκτοτε φιλία σαν κι εκείνη δεν έχω αποκτήσει... ούτε και αυτή!

Εκείνο τον καιρό διασκεδάζαμε και γελούσαμε με δυο παιδικές φιγούρες που τις λέγανε Αλέκος και Φανούρης - δε θυμάμαι από πού τις ξέραμε αφού ούτε καν τηλεόραση υπήρχε στο χωριό...
Εγώ ήμουν ο Αλέκος και αυτή ο Φανούρης, ίσως και αντίθετα, και κάθε φορά που μιλούσαμε γι αυτούς ή τους μιμούμασταν σκάγαμε στα γέλια....

Εκείνη την μοιραία μέρα, λοιπόν, κουβαλούσαμε όλοι οι μαθητές πέτρες για να χτιστεί το μαγειρειό μας για να τρωμε συσσίτια, απ’ αυτά που μας έστελναν οι αμερικάνοι....
Εγώ και η Γεωργία πιάσαμε μια μεγάλη και βαριά πέτρα και την κουβαλούσαμε μαζί, ταυτόχρονα, δε, γελούσαμε με ένα από εκείνα τα νευρικά γέλια που συχνά – πυκνά μας έπιανε.

Και, πού αλλού θα κατέληγε η υπόθεση αν όχι στο να πέσει από τα χέρια μας η πέτρα;
Και πάνω σε ποιας πόδι αν όχι στο δικό μου;

Αχ βρε Αλέκο και Φανούρη να σας πάρει και να σας σηκώσει που ανοίξατε ολόκληρη ιστορία!
Διότι ιστορία είχε γίνει εκείνο το πόδι αφού με τα πρακτικά και τα γιατροσόφια κάποιων γυναικών γιατρειά δεν είχε βρει και έπρεπε άρον - άρον να καταλήξω στο νοσοκομείο των Σερρών!

Αργότερα ίσως γράψω τι συνέβη εκεί... ή μάλλον καθοδόν για εκεί!

(Δίχως να ‘μαι σίγουρη αυτή με το ριγέ μπλουζάκι ίσως είμαι εγώ...)

Thursday, May 24, 2007

Σήμερα συγκινήθηκα...


Επειδή και ο θάνατος είναι ένα μέρος της ζωής μας, και ως εκ τούτου δεν πρέπει να τον φοβόμαστε ή να αποφεύγουμε να τον συζητάμε, σήμερα θα σας γράψω κάτι σχετικό μ’ αυτόν.
Το δείχνει, άλλωστε, και η φωτογραφία των νεκροταφείων του χωριού μου που μας έχει στείλει η Ιωάννα από την Astoria του New York - μέγας νοσταλγός του χωριού μας....

Επηρεάστηκα και από μια κηδεία που ήμουν σήμερα... και «έκατσε» καλά να γράψω και ετούτο εδώ το κείμενο....

Το Πάσχα του 2002 είχε πέσει αρχές Μαίου και έτυχε τότε να ήμουν στην Ελλάδα και να με τρελαίνουν οι παπαρούνες που είχα να τις δω από τότε που είχα φύγει από το χωριό.
Με το νούμερο 1 της σκάλας των αδελφών, την Κερεκή, είχαμε καταφέρει να ξεφύγουμε για λίγο από τις πασχαλινές προετοιμασίες της οικογένειας και παίρνοντας το αμάξι του Νάκη, (γιος του νούμερο 6 αδελφού, Θανάση), την «κάναμε» για το γειτονικό χωριό, Καστανούσσα! Στα γρήγορα να δούμε κάποιους συγγενείς μας γιατί πολλούς τέτοιους έχουμε εκεί.

Σε μια φάση είχε χτυπήσει το κινητό μου και η φωνή του Νάκη αντήχησε: ρεσύ, πούστε ρε, σε δέκα λεπτά είναι έτοιμο το αρνί, να ξέρεις... όποιος γνωρίζει τον Νάκη άκουσε σίγουρα και την φωνή του διαβάζοντάς τα αυτά!

Παρά τις προσπάθειές μου να φτάσουμε στο σπίτι σε δέκα λεπτά, διότι ο Νάκης και ο Βασίλης, το νούμερο 8 αδελφός που επίσης έψηνε το αρνί, ήταν σε θέση να ξεκινήσουν το φαγοπότι και χωρίς εμάς, οι παπαρούνες παντού γύρω μας δεν μ’ άφησαν να τις περάσω ασυγκίνητη.
Με καλούσαν! Ήθελαν να με σταματήσουν να κυλήσω πάνω τους, να τις μυρίσω, να τις αγκαλιάσω, να τις αγαπήσω, να τις θυμηθώ.
Κατάφεραν να με παν 30-40 χρόνια πίσω τότε που σαν κοριτσάκι τις επισκεπτόμουν καθημερινά, παρέα με τα αρνάκια μου...
Και σταμάτησα και τραβήξαμε φωτογραφίες.
Η Κερεκή εμένα κι εγώ αυτήν και πρόλαβα και να πάω το μπουκέτο στους γονείς μου, όπως βλέπετε και στην φωτογραφία.


10-20 πόντους πιο δεξιά από το δεξί μου πόδι, στην φωτογραφία, θάψαμε τον αδελφό μου, τον Βασίλη, ένα μήνα μετά από εκείνο το πασχαλινό τραπέζι, και μόνο 52 χρονών...!

Και 16 μήνες αργότερα θάψαμε και τον Νάκη μας 35 ετών νέος και πατέρας 2 παιδιών.

Ναι, έχω συγκινηθεί από την σημερινή κηδεία! Οι κηδείες γενικά μου θυμίζουν χαμένους αγαπημένους ανθρώπους!



Wednesday, May 23, 2007

Κοίτα τι γίνονται σε πανηγύρια...

Η maria a., που εμπνεύστηκε από το blog του Καλοχωρίου, μας στέλνει ένα κείμενο, δυστυχώς στα σουηδικά γραμμένο, και υποσχέθηκε να μας στείλει την μετάφρασή του. Ίδωμεν!
Δεν αφορά ακριβώς το χωριό μου - αφορά όλα τα χωριά της χώρας μας....

Läste om kalohori det är häftigt, så levande, tänk att vi kan förflytta oss dit så snabbt, vi åtminstone som vet hur det kan se ut.

Sista åren har jag börjat besöka min äldsta syster som bor i byn Fiska (Kilkis) för att återknyta till min glömda barndom.
Det är väldigt roligt att vi har varandra och får möjlighet att kunna umgås trots många svårigheter som överskuggar våra liv.
Förra året när jag besökte henne för en vecka efter att de hade haft den sedvanliga marknaden på profeten Ilias dagen fick jag lite lust att besöka en ”panigiri”. Vi besökte en kväll en i en grannby men efter en stund förstod jag att det inte var något för mig.

Vi var många (tog med oss barnbarnen) och hade inte så mycket pengar heller. Insåg att det var hur dyrt som helst för att sitta på en plats där det sedan pontiska artister skulle spela till små timmarna på morgonen.
Det kostade astronomiska priser i våra mått att få en plats. Jag förundrades över att det började bli fullt på ställena och förstod att folk hade pengar att spendera. Min akademiska lön föreföll som en smula.

Hursomhelst efter att vi gick rund och insöp lukterna av alla grillade maträtter och det saftades i munnen på mig försökte jag bestämma varifrån jag skulle köpa en souvlaki. Men varje gång gick vi vidare för att kanske hitta en ännu bättre. Glömde att berätta att jag var på dålig humör också, kände mig som fisken utanför vatten.

Det kanske var minnen från min barndom som kom fram men jag mådde inte bra av hela skådespelet. Till slut köpte vi var sin kalamboki och var sin souvlaki och satte oss på bron över en liten flod och åt till alla andras åskådan.
Jag tror bane mig att vi till slut köpt souvlaki från den sämsta stället. Vi samlade fort barnen och åkte därifrån men var ändå glad att vi kom dit därför att min syster anfötrode sig för mig att hon inte hade varit på någon annan panigiri än den som var i hennes by.
I hennes by kunde hon inte förbjudas att vara med därför att allting pågick framför hennes hus och hon har aldrig betalat för att ta del för underhållningen.

Vi kom hem till henne och tystnaden och jag kände mig väldigt lättad över att denna mardröm tog slut. Jag satte mig på hennes veranda och njöt av skymningen då jag helt plötsligt började höra spelas pontisk musik.
Det lät jätte vackert, äkta och rörde min själ i djupet. Tänkte att det kanske var någon förlovning eller någon fest eller något tillfälligt bara men det bara fortsatte.
Musiken blev bättre och bättre. Adrenalinet i min kropp började höjas och jag frågade vad det var som hände. Om någon visste vem och var det spelades så vackert. Jag gick ner till min syster och sa till henne att vi måste gå och gratulera dessa personer vilka de var att de spelade väldigt bra.

För att avsluta storyn lite snabbt vi gick hem till en familj vars de tre söner var musiker 13-20 år gamla men den yngsta som bäst och de bara övade tillsammans med några andra vänner musiker också.
På samma sätt som oss kom flera bybor förbi och vi satt ute på deras gård i en halvcirkel tillsammans med barnens mor och farföräldrar och njöt av den mest fantastiska pontiska musiken som jag någonsin hade hört i mitt liv med stjärnhimmel och Belles bergen som vittne.

Vi uppmuntrades att gå upp och dansa och det gjorde vi.
På så sätt arrangerade Gud för oss detta underbara arrangemang som har etsats sig som en oförglömlig upplevelse från min semester förra året.

Denna sanna historia är en liten present till dig simela.
Tack för att du skriver så bra och berör våran hjärtan.
maria a.




Sunday, May 20, 2007

Τέσσερις με έναν!

Στο προηγούμενο κείμενο, στο πρώτο του νέου αυτού blog που αφορά το χωριό μου, έγραψα για μια βόλτα που θα είχα κάνει εάν ήμουν εκεί.
Θα επισκεπτόμουν μερικούς, έγραψα, μα αργότερα αντιλήφθηκα ότι οι πέντε από αυτούς, που θα είχα επισκεφτεί, έχουν χάσει τα ταίρια τους.

Η Σοφία του Χάμπου, η Μελπού του Στάθη, ο Ναζλού του Παναή, η Πέπη του Σούκα και ο Τίγκης (Ναστάσης) με την νταρντανογυναίκα την Φούλα που πριν πολλά χρόνια την έχει φαει ο άπονος ο καρκίνος!
Τους άλλους δεν ξέρω τι τους έχει φαει - δεν γίνεται να τα θυμάσαι όλα - αλλά γι αυτήν ξέρω ότι όγκος στον μαστό της είχε μεγαλώσει τόσο που δε σωζόταν με τίποτα.
Και γι αυτό ενοχοποιώ τον Θεό που έχει κάνει την γυναίκα, κυρίως αυτήν, να ντρέπεται και από τον ίδιο τον εαυτό της με αποτέλεσμα να μην τολμά να ψάχνει αυτό που όφειλε να της ανήκει ολότελα - το ίδιο της το κορμί... άσε, με πονά αυτό το θέμα κυρίως τώρα που κι εγώ έχω προσβληθεί από την ίδια αυτή βάρβαρη ασθένεια.

Πάμε στους πέντε χωριανούς μου, στις τέσσερις και έναν, που αυτό και μόνο κάτι, ίσως, θέλει να μας πει.
Εγώ, τουλάχιστον, αναρωτιέμαι γιατί οι άντρες φεύγουν πιο γρήγορα από τις γυναίκες!
Ωστόσο, κάτι άλλο εμένα μου κάνει την μεγάλη εντύπωση.

Γιατί οι τέσσερις γυναίκες έκτοτε έχουν μείνει άνευ συντροφιάς ενώ ο ένας άντρας την «σπίτωσε» την ρωσίδα!
Γιατί ρε;
Γιατί, ρε άντρα, πίστεψες ότι δεν ΜΠΟΡΕΙΣ;
Τι είναι αυτό που δεν μπορείς, βρε άμοιρε;
Γιατί, μωρέ, αυτοθεωρήθηκες ανήμπορος, ανίκανος, άπορος και ΜΙΣΟΣ και ότι πρέπει κάποιος να σε συμπληρώσει;
Γιατί, δηλαδή, η Μελπού στα 30-35 της, μέσα στο άνθος και στην τρέλα της νεότητας, με τέσσερα παιδιά για μεγάλωμα, μπόρεσε κι εσύ, δίχως καν παιδιά και φασαρίες, δεν μπόρεσες;

Αλλά τι με νοιάζει, μωρέ, εμένα...
Δεν πα να κάνετε ότι θέλετε...
Το αστείο, ωστόσο, είναι ότι τα πρότυπα είναι ακριβώς τα ίδια ακόμα και εδώ, στην εξελιγμένη και μοντέρνα Σουηδία.
Ουδεμία διαφορά, δηλαδή!

Αυτό κι αν δεν είναι ειρωνεία και χωρατό: Να μπορεί η γυναίκα και να μη μπορεί ο άντρας!

Friday, May 18, 2007

Μια βόλτα στο χωριό μου...

Μου ‘ρθε μια επιθυμία, σήμερα το πρωί, να βρισκόμουν στο χωριό μου, στο Καλοχώρι Σερρών. Να καθόμουν καμιά εβδομάδα, υπολόγιζα στο μυαλό μου, που αλλιώς καμιά μέρα μόνο αράζω εκεί.
Και περίπου έτσι σκέφτηκα πως θα περνούσα την πρώτη μου μέρα:

Θα κατέβαινα προς τα νότια, πρωί - πρωί, για το απαραίτητο μου βάδην. Αν θυμάμαι καλά Αρμουτλούα τα λέγαμε εκείνα τα χωράφια.
Κι αν έβλεπα και κανένα φίδι, που τα άτιμα πολύ με φόβισαν σαν μικρό, ε, θα την πάλευα την κατάσταση.

Επιστρέφοντας από εκεί ίσως έπαιρνα τον καφέ - τσάι μου με καμιά φέτα, σαν πρωινό, στην αδελφή μου, την Κερεκή, που μένει ακριβώς κάτω από το πατρικό μου σπίτι το οποίο σήμερα είναι ισοπεδωμένο...
"100 άτομα είστε, δεν μπορεί κάποιος σας να το γρεμίσει μη πέσει από μόνο του και σκοτώσει κανέναν περαστικό...;", μας είπαν από τις υπηρεσίες και ο Χρίστος, ο αδελφός μου από την Γερμανία, το γκρέμισε!

Και αφού η ώρα θα έχει γίνει περίπου 10 θα ξεκινούσα τις επισκέψεις μου ξεκινώντας, ας πούμε, από την Σοφία του σχωρεμένου του Χάμπου, στον κάτω μαχαλά.
Είμαι παιδί του κάτω μαχαλά γι αυτό και τον νοιώθω πιο δικό μου...

Αφού, λοιπόν, θα τα λέγαμε με την Σοφία και αφού θα έπαιρνα το τρατάρισμά της, κατά προτίμηση κανένα φρούτο από τον κήπο της, θα έκανα και το visit μου στην Μελπού, ακριβώς δίπλα της, για να πάρω προφανώς άλλο ένα φρούτο ή ένα κομμάτι λαχανικό – ζαρζαβάτι, επίσης από τον κήπο της.

Στη συνέχεια έχουμε τον πρόεδρο του χωριού μας, τον Λάκη, με την χαριτωμένη του γυναίκα, που δεν θυμάμαι το όνομά της.
Αν μη τι άλλο θα έπαιρνα από εκεί ένα νούμερο που ποτέ δεν έχω μάθει.
Τον αριθμό κατοίκων του χωριού μας.
Αλήθεια πόσοι μένουν στο Καλοχώρι Σερρών;

Από εκεί θα συνέχιζα στην Χρυσούλα του Παντελή, την κοντούλα και ευγενική, που μετά τον χαμό του γιου της έτσι, αόριστα, πάντα την πονώ.

Επιστρέφοντας προς το κέντρο του χωριού, διότι σχεδόν θα είχα φτάσει... στην Ροδόπολη, α ναι, ίσως έκανα κι άλλα 50 μέτρα να πω την καλημέρα μου και στον μέγα Χίτλερ με την Θυμία του, θα περνούσα από την Πεπέκα του Γούρτσαλη, με την ευκαιρία να έπαιρνα και καμιά μπριζόλα. Εκεί είναι το super-mini market του χωριού.
Και αυτό σε περίπτωση που στην "γύρα" μου δεν θα είχα μαζέψει λαχανικά ή ζαρζαβάτια που ασφαλώς και θα τα προτιμούσα από το κρέας όσο χωριάτικο κι αν είναι αυτό.

Θα έφτανα λοιπόν στο σπίτι διότι θα είχε μεσημεριάσει και θα έκανα το μεσημεριανό μου φαγητό καθώς και την πνευματική μου κούρα με διάβασμα κλπ.

Το απόγευμα θα έκανα τις απαραίτητες μου επισκέψεις στην γειτονιά, στην Πέπη του σχωρεμένου του Σούκα, στην Ναζλού του σχωρεμένου του Παναή (πολλοί οι σχωρεμένοι) και φυσικά στην αδελφή μου την Κερεκή.
Απαραίτητη, ασφαλώς, και η επίσκεψή μου στον ωραίο της γειτονιάς και στον σοφιστικέ του χωριού μας, στον Στάθη του Λάμπου με την Σταματία του!

Και πολύ μα πάρα πολύ θα ήθελα να δω την γειτόνισσά μου, την σχωρεμένη την Φούλα, την γυναίκα του Τίγκη, του Αναστάση του Χάτσου, δηλαδή.

Άκουγα από μικρή ότι ο όγκος στο στήθος της είχε μεγαλώσει τόσο που ο κόσμος αναρωτιόταν γιατί δεν το είχε δει και γιατί δεν είχε κάνει κάτι νωρίτερα... θαρρείς και αυτές, που φοβούνται ή ντρέπονται να δείξουν τα γυναικεία τους κομμάτια, όχι μόνο στον άντρα τους αλλά και στον ίδιο τον εαυτό τους, κάτι θα έκαναν...

Κάπως έτσι υπολογίζω να περνούσα την πρώτη μου μέρα στο χωριό.
Καλό;